Related terms
- ae 𐬬𐬀𐬭𐬆𐬛𐬀𐬌𐬙𐬌 (v) ➜
- ar أجسم (a) ➜
- ar أكبر (a) ➜
- ar تطور (v) ➜
- ca major (a) ➜
- de vergrössern (v) ➜
- dsb wětšy (a) ➜
- dum dien (v) ➜
- dum mere (a) ➜
- el μεγαλύτερα (a) ➜
- el μεγαλύτερε (a) ➜
- el μεγαλύτερεσ (a) ➜
- el μεγαλύτερη (a) ➜
- el μεγαλύτερησ (a) ➜
- el μεγαλύτερο (a) ➜
- el μεγαλύτεροι (a) ➜
- el μεγαλύτεροσ (a) ➜
- el μεγαλύτερου (a) ➜
- el μεγαλύτερουσ (a) ➜
- el μεγαλύτερων (a) ➜
- More »
Links to other resources
- en.wiktionary.org larger